Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2014

Το πριν από το τώρα...

Γυρισμός. Μια νύχτα τελείωσε. Ένα βράδυ ξεκίνησε... Επιστροφή στο μοτίβο το γνωστό. Κλείδωμα της πόρτας, γδύσιμο, πλάνη... Μέθη στο μυαλό και στα μάτια εικόνες. Του σήμερα, του πριν και του πριν από... Μια στάλα μελαγχολία και μια λύπη όλο χαρά. Η επιστροφή της ματαιότητας δεν είναι και πάλι στα σχέδια. Όχι αυτή τη φορά...

Ξέρεις, καμιά φορά ξεχνάς πράγματα του εαυτού σου γιατί σκεπάστηκαν από τη σκόνη. Η βροχή των ημερών τα αφήνει να φανούν, αν δε φοβηθείς και πάλί να βραχείς. Αν δε σε νοιάζουν οι στάλες που τρυπάνε το κρανίο σου βασανιστικά, όταν με ορμή πέφτουν. Όταν τα σοκάκια δε μοιάζουν τόσο μοναχικά, γιατί έχεις διαγράψει το μέρος από το μυαλό σου εκείνη τη στιγμή. Όταν το φιλί δεν είναι τυπικό, αλλά γεμάτο έρωτα και πάθος. Τη στιγμή που το άγγιγμα καίει, ενώ η ανάσα κρυσταλλώνει...

Το παρόν στεγνώνει από το φόβο της ανάμνησης. Η ανασφάλεια του είναι προκαλείται από το ήταν. Το τώρα αξίζει λιγότερο από το πριν, αν το κουβαλάς μαζί σου για πάντα, σαν ανάμνηση ψυχής. Μην κρυφτείς, έφυγε το σκοτάδι και τα μάτια σου λάμπουν όπως πάντα...! Άσε τη βροχή να γίνει δάκρυ και ας είναι αυτό που θα σε ποτίσει με έρωτα τις μέρες που θα έρθουν... Γιατί τα σημερινά σύννεφα δε θα σκορπίσουν, αγάπη μου, απλά θα αποδημήσουν...

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2014

Άτιτλο...

Δε χορταίνεις της νύχτας τη συντροφιά. Είναι παράξενη τούτη η μοναξιά. Άψυχα πράγματα γεμάτα χωή... Χωρίς πώς και γιατί. Χωρίς πριν και μετά. Ο αέρας, η νύχτα, τ' αστέρια, το θρόισμα των φύλλων, η μοναξιά... Παρουσίες αξιοπρεπέστατες και ολοζώντανες. Εκεί, να σου μοιράζουν συντροφιά. Σα να νιώθεις τη χαρά που σε ξαναβλέπουν. Το χαμόγελο, όταν σε αγκαλιάζουν. Τη θλίψη, κάθε που φεύγεις... Τα αποχαιρετάς. Θα ήθελες να μείνεις κι άλλο. Να τα πείτε. Να συνηθίσετε ο ένας την παρουσία του άλλου... Μα όλα έχουν ένα τέλος... 

Όλα έχουν μια φθορά... Ασήμαντα μικρά κενά, της μοναξιάς οπιούχα σφηνάκια. Ακράδαντες αποδείξεις του γιατί και του όποτε... Και συ στο τέλμα, να βλέπεις το κενό... Να ανοίγεις τα μάτια και να αντικρίζεις το σκοτάδι. Να βλέπεις τις σκιές και να τυφλώνεσαι απ' το φως... Να μαθαίνεις πως είσαι μισός... Να πέφτεις ξανά νεκρός... Μα από όλη την παράσταση, να βγαίνεις ζωντανός...

Κραδαίνεις πάνω σου ένα σταυρό. Στου Γολγοθά την κορυφή, στέκεσαι σκυφτός. Πως είσαι αμαρτωλός, γνωρίζεις συνεχώς και γίνεσαι πικρός... Τ' αργύρια αναζητάς να φανεί πως αγαπάς... Σκέψου όμως τι ζητάς. Σκέψου αν τολμάς... Δειλός θα γίνεις εκεί που θα πας...

Καληνύχτα ανασαίνεις, μα δεν είναι αυτός σκοπός. Γνωρίζεις, θα ξαναρθείς, για να νιώσεις ακόμη μια φορά. Πρόσεχε τη μέρα, που θα καταλάβεις, πως είσαι πια νεκρός...